ΑΝΑΜΕΝΟΜΕΝΑ ΟΦΕΛΗ

Αειφορία στη δόμηση - Προϊόντα κατάλληλα για τον κάθε χρήστη

ΑΝΑΜΕΝΟΜΕΝΑ ΟΦΕΛΗ

ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ

ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

ΕΠΙΣΤΗΜΗ

Σκοπός της μελέτης μας είναι να σχεδιάσει μία σειρά αειφόρων, βιώσιμων προϊόντων για τις κατασκευές κτιρίων. Ένας βιώσιμος  σχεδιασμός προϊόντων ενσωματώνει οικονομικές επιταγές, ηθική και άλλες κοινωνικοοικονομικές διαστάσεις της βιωσιμότητας και χρησιμοποιεί οικολογικές αρχές ως μεθόδους σχεδιασμού και εφαρμογής.

Η αειφορία αποτελεί ουσιαστικό στοιχείο στο σύγχρονο κόσμο. Κατά συνέπεια, απαιτούνται καινοτόμες στρατηγικές προστασίας από τη διάβρωση για την ελαχιστοποίηση της πρόωρης επισκευής ή αντικατάστασης του δομικού χάλυβα.

Αειφόρο προϊόν είναι αυτό που μεγιστοποιεί και τους τρεις τομείς, δηλαδή να είναι καλό για το περιβάλλον, κερδοφόρο για την εταιρεία/οργανισμό και να βελτιώνει την κοινωνία.

 

Η βιωσιμότητα αποτελεί κρίσιμο στοιχείο για όλες τις επιχειρήσεις/οργανισμούς που εμπλέκονται στην κατασκευή και τη συντήρηση αγαθών. Η μακροζωία του δομικού χάλυβα σε βασικούς κλάδους όπως η αρχιτεκτονική και η ενέργεια αποτελεί έναν από τους μεγαλύτερους μοχλούς καινοτομίας στη βιομηχανία επιχρισμάτων. Η συντήρηση είναι εξαιρετικά δαπανηρή και η αποφυγή άχρηστης ανάλωσης φυσικών πόρων για πρόωρη αντικατάσταση και επισκευή μεταλλικών στοιχείων αποτελεί πλέον παγκόσμια ανησυχία.

ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ

O δομικός χάλυβας αποτελεί τη ραχοκοκαλιά των σύγχρονων έργων υποδομής κατασκευών, μιας και προτιμάται λόγω του χαμηλού κόστους και της υψηλής μηχανικής αντοχής του. Η αλληλεπίδραση του δομικού χάλυβα με το περιβάλλον επηρεάζει τη δομική του ακεραιότητα, ώστε με την πάροδο του χρόνου μπορεί να οδηγήσει σε υποβάθμιση κτιρίων και βασικών υποδομών και να γίνει ιδιαίτερα επιζήμιος για το περιβάλλον λόγω μόλυνσής του από τα δομικά απόβλητα, άλλους επιβλαβείς ρύπους που απελευθερώνονται από τη διάβρωση του σιδήρου, έως την υπερβολική χρήση των φυσικών πόρων κατά την επισκευή και την αντικατάσταση κατεστραμμένων κατασκευών.

Ενώ το περιβαλλοντικό κόστος της χρήσης ορυκτών καυσίμων είναι εύκολα κατανοητό, ο αντίκτυπος της δόμησης στην καταστροφή του περιβάλλοντος είναι λιγότερο αντιληπτή. Η επίδραση της διάβρωσης στις βιομηχανικές χώρες προκαλεί σε μεγάλο βαθμό επιβλαβείς εκπομπές υποπροϊόντων, όπως π.χ. το διοξείδιο του θείου, που συμβάλλει σημαντικά στην ατμοσφαιρική διάβρωση.

Η διάβρωση είναι μια πολύπλοκη διαδικασία που εξαρτάται από διαφορετικούς περιβαλλοντικούς παράγοντες, όπως η θερμοκρασία, η υγρασία, η βροχόπτωση κ.ά. Οποιαδήποτε αύξηση σε αυτούς τους περιβαλλοντικούς παράγοντες που προκαλείται από την κλιματική αλλαγή μπορεί να επιδεινώσει το ρυθμό διάβρωσης και την παραγωγή υποπροϊόντων, επομένως να αυξήσει περαιτέρω τα ποσοστά διάβρωσης. Φαινόμενα που γίνονται πιο έντονα σε χώρες που δε διαθέτουν το απαραίτητο νομικό πλαίσιο για τον περιορισμό των εκπομπών, επιτρέποντας έτσι την ανεξέλεγκτη συγκέντρωση ατμοσφαιρικών ρύπων.

Η κλιματική κρίση παρουσιάζει μια πολυδιάστατη πρόκληση για την ανάπτυξη του δομημένου περιβάλλοντος. Με πεπερασμένους παγκόσμιους πόρους και ολοένα και πιο απρόβλεπτα κλιματικά μοτίβα, η ανάγκη να βελτιώσουμε την κατανόησή μας για τις βιώσιμες πρακτικές και τα υλικά για την κατασκευή δεν ήταν ποτέ πιο επιτακτική. Η ανάπτυξη στρατηγικών για τη διαχείριση της διάβρωσης των υλικών και την πρόληψη της επιτάχυνσης των ρυθμών διάβρωσης θα μπορούσε να είναι το κλειδί για ένα βιώσιμο μέλλον για πόλεις και οικονομικές υποδομές.

ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Σύμφωνα με την έκθεση μελέτης NACE IMPACT (NACE International, 2016) το ετήσιο κόστος της διάβρωσης παγκοσμίως εκτιμήθηκε ότι ξεπέρασε τα 2,5 τρισεκατομμύρια δολάρια για το έτος 2016, αριθμός που μεταφράζεται σε 3 έως 4% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ) των βιομηχανικών χωρών.


Η κυρίαρχη ώθηση προς την οικονομική ανάπτυξη σε αναπτυσσόμενες χώρες υποστηρίζεται συνήθως από βαριές βιομηχανίες με γερασμένη μηχανική υποδομή. Ενώ αυτές οι βιομηχανίες θεωρούνται απαραίτητες για κάθε εθνική οικονομική ανάπτυξη, η αδυναμία των υφιστάμενων υποδομών και η ταχεία ανάπτυξη της βιομηχανικής παραγωγής έχουν δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για επιδείνωση των δομικών επιπτώσεων της διάβρωσης. Αυτό δίνει μεγαλύτερη πίεση στις κρίσιμες υποδομές και αυξάνει τον κίνδυνο απώλειας προϊόντων, ατυχημάτων και περιβαλλοντικών ζημιών.

Για τη μείωση του τεράστιου κόστους και των περιβαλλοντικών επιπτώσεων της διάβρωσης και τη βελτίωση της βιωσιμότητας των υλικών που χρησιμοποιούνται για την κατασκευή, συνιστώνται πρακτικές ελέγχου της διάβρωσης, όπως ο σωστός σχεδιασμός και επιλογή υλικού, η χρήση αναστολέων διάβρωσης, προστατευτικών επιχρισμάτων, καθοδική προστασία κ.λπ. Όλα αυτά συνδυασμένα μπορούν να οδηγήσουν σε εξοικονόμηση μεταξύ 15 και 35% του κόστους διάβρωσης, αριθμός που μεταφράζεται μεταξύ 375 και 875 δισεκατομμυρίων δολαρίων ετησίως.


Προστασία κατασκευών με οικονομία κλίμακας στο συνολικό κόστος κατασκευής


Μείωση κόστους συντήρησης κατασκευών

ΕΠΙΣΤΗΜΗ

Ο μετριασμός και ο έλεγχος της διάβρωσης εξακολουθεί να είναι ένα από τα φλέγοντα ζητήματα για τους ερευνητές στις διάφορες βιομηχανίες και στον ακαδημαϊκό χώρο.

Ανάπτυξη καινοτόμου αντιδιαβρωτικής τεχνογνωσίας στην Ελλάδα.


Επίτευξη άμεσης συνεργασίας εταιρειών και ερευνητικού κέντρου με μακροπρόθεσμα οφέλη προς όλους.